Αν θέλετε να κατανοήσετε τον τρόπο σκέψης των νεοελλήνων οδηγών, διαβάστε για τις αντιλήψεις των προγόνων απέναντι στα μέσα μεταφοράς.
γράφει ο Γιώργος Δαμιανός
…Οι κοινωνικές τάξεις ορίζονται ανάλογα με τον τρόπο της μετακίνησης: υπάρχουν εκείνοι που πάνε με αμάξι και εκείνοι που πάνε με τα πόδια. Ένα άτομο πρώτης κατηγορίας που πηγαίνει από το ένα μέρος στο άλλο κρατώντας την όρθια στάση και χωρίς άλογο, διαβάζει στα βλέμματα την
αποδοκιμασία της κοινής γνώμης…
…Ο ξένος ταξιδιώτης που πάει με τα πόδια αποτελεί μιαν αντινομία την οποία αδυνατεί να λύσει η ελληνική διαλεκτική: είναι πλούσιος αφού ταξιδεύει, είναι φτωχός αφού πάει με τα πόδια… (αποσπάσματα από το παρακάτω κείμενο)
Είτε το θέλουμε είτε όχι, εκτός από εξωτερικά χαρακτηριστικά, που κληρονομήσαμε από τους προγόνους μας, κουβαλάμε επάνω μας τον τρόπο σκέψης τους. Διαβάζοντας το πως ζούσαν οι πρόγονοι, πριν δυο τρεις γενιές, δεν ικανοποιώ την ιστορική περιέργεια, αλλά μπορώ να κατανοήσω το πως σκέφτομαι εγώ και οι συμπολίτες μου.
Για να καταλάβουμε, λοιπόν την οδηγική συμπεριφορά των νεοελλήνων, την έπαρση, τη ψευδαίσθηση ανωτερότητας, την αίσθηση του απόλυτου “αυτοκράτορα” της ασφάλτου, ας ξαναδιαβάσουμε ένα παλαιό κείμενο, 1926, του Γάλλου Ιστορικού και Φιλοσόφου Αλμπερ Τιμποντέ, Albert Thibaudet (1874 – 1936), που επισκέφτηκε τη χώρα μας στις αρχές του 1900 και, εκτός των άλλων, περιγράφει τις αντιλήψεις των Ελλήνων για τα μέσα μετακίνησης εκείνης της εποχής.
Εικόνες από την Ελλάδα, Τιμποντέ
[…] Στην Τρίπολη λοιπόν, κατά τη μία η ώρα, έπινα καφέ με δυο-τρεις από αυτούς τους ανεκτίμητους φίλους κάτω από τις καμάρες της κεντρικής πλατείας. Έχοντας διανύσει το πρωί με τα πόδια τα τριάντα χιλιόμετρα πηγαινέλα της διαδρομής προς τη Μαντίνεια, τους προκάλεσα μεγάλη κατάπληξη και ανησυχία. Ο ξένος που ταξιδεύει στην Ελλάδα με τα πόδια, προξενεί την ίδια περίπου συγκίνηση με εκείνην που προκάλεσε στην Κωνσταντινούπολη ο ακροβάτης που πέρασε πάνω από τον Βόσπορο, σ’ ένα τεντωμένο σκοινί, μεταφερόμενος με μια χειράμαξα από τον ισορροπιστή Μπλοντέν. Οι κοινωνικές τάξεις ορίζονται ανάλογα με τον τρόπο της μετακίνησης: υπάρχουν εκείνοι που πάνε με αμάξι και εκείνοι που πάνε με τα πόδια. Ένα άτομο πρώτης κατηγορίας που πηγαίνει από το ένα μέρος στο άλλο κρατώντας την όρθια στάση και χωρίς άλογο, διαβάζει στα βλέμματα την αποδοκιμασία της κοινής γνώμης. Και για να κρύψουν την ντροπή της παραμικρής μεταφοράς με τα πόδια, δέκα χιλιάδες αγοράκια είναι σκορπισμένα σε ολόκληρη την επικράτεια του βασιλείου, με ένα κασελάκι και μερικές βούρτσες: επιπίπτουν αμέσως, όχι όλα μαζί, είναι αλήθεια, σε κάθε παπούτσι όπου παραμένει κάποια υποψία σκόνης, στιλβώνοντας, τρίβοντας και καταστρέφοντας το δέρμα. Πρέπει να είσαι γενικός ταμίας του δημοσίου στη Γαλλία, αλλά αμαξάς ή τσαγκάρης στην Ελλάδα. Ο ξένος ταξιδιώτης που πάει με τα πόδια αποτελεί μιαν αντινομία την οποία αδυνατεί να λύσει η ελληνική διαλεκτική: είναι πλούσιος αφού ταξιδεύει, είναι φτωχός αφού πάει με τα πόδια. Η κατάπληξη των συντρόφων μου μπροστά σ’ εκείνα τα κακόμοιρα τριάντα χιλιόμετρα μου προκάλεσε τέτοια στενοχώρια ώστε, χρησιμοποιώντας έναν ασυνάρτητο φανταιζίστικο λόγο, επανέφερα την τάξη στη σκέψη τους υποβάλλοντάς τους, απλούστατα, την ιδέα ότι ήμουνα τρελός.
Με ευγένεια και με επιείκεια, προσπάθησαν να με φέρουν στα λογικά μου. Εξεδήλωσα την επιθυμία να πάω στην Τεγέα, που απέχει μόλις εφτά χιλιόμετρα από την Τρίπολη, κι αμέσως προσφέρθηκαν να μου νοικιάσουν με ευνοϊκούς όρους ένα αμάξι. Ενέδωσα, γιατί πρέπει να σεβόμαστε τις προλήψεις. Ένας από όλους έφερε, ύστερα από μία ώρα, ένα σαραβαλιασμένο κάρο που έτριζε τρομαχτικά κι όπου ανεβήκαμε και οι πέντε…
No Response to "Τα "μεσα" άλλαξαν, τα ..μυαλά οχι"
Δημοσίευση σχολίου