"Ο άνθρωπος περπατούσε σ' εκείνα τα σοκάκια της επαρχιακής πόλης. Είχε χρόνο, και γι' αυτό κοντοστεκόταν για λίγο μπροστά σε κάθε βιτρίνα, σε κάθε κατάστημα, σε κάθε πλατεία. Στρίβοντας σε μια γωνία βρέθηκε άξαφνα μπροστά σε ένα ταπεινό κατάστημα που η ταμπέλα του ήταν λευκή. Περίεργος, πλησίασε στη βιτρίνα και κόλλησε το πρόσωπο στο κρύσταλλο για να καταφέρει να δει μέσα στο σκοτάδι... Το μόνο που φαινόταν ήταν ένα αναλόγιο μ' ένα χειρόγραφο καρτελάκι που έγραφε:
“Το μαγαζί της αλήθειας”
Ο άνθρωπος έμεινε έκπληκτος. Σκέφτηκε ότι, αν και διέθετε ανεπτυγμένη φαντασία, του ήταν