Μια φορά κι έναν καιρό, στα πολύ παλιά τα χρόνια, σε μια μικρή χώρα, ζούσε ένας αντεισαγγελέας. Μια ωραία ημέρα του Φλεβάρη, ο αντεισαγγελέας αυτός έκανε μια δήλωση. Είπε:
1.Βρέθηκε ένας βουλευτής που έστειλε χρήματα στο εξωτερικό.2.Τα έστειλε στην Ελβετία.
3.Τα χρήματα ήταν σε ευρώ.
4.Δεν ξέρουμε γιατί, στην ευχή, τα έστειλε.
Για μια ολόκληρη εβδομάδα στη μικρή χώρα του παραμυθιού έγινε το έλα να δεις. Ολοι
ψάχνονταν, όλοι κοιτάζονταν με στραβό μάτι, βρίζανε, καταριούνταν, όλοι στήνανε κρεμάλες στην Πλατεία Συντάγματος. Κι αφού πέρασε η ρημαδοεβδομάδα της μαύρης κόλασης, προέκυψε ότι:
1.Ο βουλευτής που έστειλε χρήματα ήταν σύζυγος βουλευτή.
2.Τα έστειλε στην Αγγλία.
3.Τα χρήματα ήταν σε δολάρια.
4.Τα έστειλε για να αγοράσει μετοχές σε κάποιο καράβι.
Τελείωσε το παραμύθι, χωρίς να ζήσουν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα. Και μάθαμε επιτέλους ότι όλο αυτό αφορούσε τον σύζυγο της Ντόρας Μπακογιάννη, Ισίδωρο Κούβελο. Κι ενώ είχε δαιμονοποιηθεί το σύμπαν, ο αντεισαγγελέας δεν έκρινε σκόπιμο τόσο καιρό να διευκρινίσει τι, ποιος, πού, γιατί.
Επειδή οι καιροί είναι πονηροί, να εξηγούμαστε για να μην παρεξηγούμαστε. Δεν έχω πει ούτε ένα «χαίρω πολύ» τόσο με την κυρία Μπακογιάννη ούτε με τον κύριο Κούβελο. Δεν τους γνωρίζω τους ανθρώπους, δεν έχουμε συμπέσει ποτέ και πουθενά, κύριε πρόεδρε. Επίσης δεν έχω την παραμικρή ιδεολογική συνάφεια με τη Δημοκρατική Συμμαχία και ορκίζομαι στο Ευαγγέλιο.
Αλλά αυτό που ζήσαμε ήτανε ασύλληπτο. Για να μη σχολιάσω τη γελοιότητα (και των συναδέλφων μου): που τόσοι και τόσοι πολιτικοί έχουν κάνει τα τέρατα κι όλοι πέσανε σαν τα κοράκια να βρούνε το 1.000.000! Οτι αυτό και καλά είναι το μόνο που σπιλώνει ένα κατά τα άλλα άσπιλο ελληνικό Κοινοβούλιο!
Μια φορά κι έναν καιρό, στα πολύ παλιά τα χρόνια, το 1962, σε μια μικρή πόλη, το Σάλεμ της Μασαχουσέτης, ζούσαν κάποιες γυναίκες. Αυτές - θες που έδιναν κάνα σερνικοβότανο, θες που πήγαιναν βόλτα τη νύχτα στο δάσος - κατηγορήθηκαν ως μάγισσες. Οι Αρχές του τόπου, με συνοπτικές διαδικασίες, τις καταδίκασαν σε θάνατο, τις κρεμάσανε (στην αντίστοιχη Πλατεία Συντάγματος) και πάνε καλιά τους οι γυναικούλες.
Κάτι αιώνες αργότερα, το 1952, ο θεατρικός συγγραφέας Αρθουρ Μίλερ έγραψε ένα θεατρικό έργο με τίτλο «The Crucible», βασισμένο ακριβώς στις Μάγισσες του Σάλεμ. Το έργο τότε ήταν ανατριχιαστικά επίκαιρο κι ο συμβολισμός ξεκάθαρος: η Αμερική είχε μπει στα ζοφερά χρόνια του Μακαρθισμού. Για όποιον δεν γνωρίζει, ο Τζόζεφ Μακάρθι ήταν ένας ακροδεξιός γερουσιαστής που εξαπέλυσε άγριο πόλεμο εναντίον του κομμουνισμού στις ΗΠΑ. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι σύρθηκαν σε ανακρίσεις, κλήθηκαν να καταδώσουν, μπήκαν σε μαύρες λίστες, έχασαν τη δουλειά τους, έγιναν παρίες κι αρκετοί αυτοκτόνησαν. Το κυνήγι των μαγισσών κράτησε χρόνια και κατέστρεψε πολλούς αθώους.
Στον αναγνώστη ίσως φανεί ακραίος ο παραλληλισμός. Ομως το περιστατικό με το 1.000.000 δεν είναι παρά το κερασάκι στην τούρτα. Παρέα με την οικονομική κρίση, αγκαζέ με την ύφεση - μοιραία επέρχονται ο αφορισμός, η υστερία των μαζών, η κατασυκοφάντηση δικαίων και αδίκων. Φύγαμε πια από τη φάση του απλού κουτσομπολιού: «λες να 'χει κλέψει;», «λες να 'χει διορίσει παράνομα;», «λες να 'χει πάρει μίζα;», «λες να 'χει λαδωθεί κάτω απ' τα τραπέζια;». Κι όλα αυτά, ναι, έχουν συμβεί. Ξέφραγο αμπέλι ήταν και είναι αυτή η χώρα.
Ομως τώρα, ακριβώς αυτές τις δύσκολες στιγμές, χρειάζεται ψυχραιμία. Γιατί δεν είναι όλοι λαμόγια. Γιατί δεν είναι όλοι καθάρματα. Και δεν μπορούμε να τους παίρνουμε όλους παραμάσχαλα. Βέβαια, καλό θα ήταν οι εκάστοτε κυβερνήσεις να έχουν ξεχωρίσει - κι όχι κουκουλώσει - την ήρα από το στάρι. Αλλά δεν το κάνανε. Κι ούτε το κόβω να το κάνουμε ποτέ. Με αποτέλεσμα να πέφτει βαρύς ο πέλεκυς σε όποιον βρούμε πρόχειρο. Κι όπως ξέρουμε όλοι, όταν πιάνεις τη λάσπη με το γάντι, δεν λερώνεται η λάσπη, το γάντι λερώνεται.
Προσοχή, λοιπόν! Ψυχραιμία, λοιπόν! Γιατί έτσι όπως μας κατάντησαν; Στα χρόνια με τις Μάγισσες του Σάλ(ου)εμ; Είμαστε μισό βήμα μετά τα γιαουρτώματα και μισό βήμα πριν από τα ικριώματα!
Eλενα Ακρίτα
1 Μηνύματα στην ανάρτηση "Οι Μάγισσες του Σάλ(ου)εμ"
Δημοσίευση σχολίου