Η Αναστασία είναι 37 ετών. Πριν από τέσσερα χρόνια απέκτησε ένα κοριτσάκι με τον σύντροφό της. Και εδώ και τρία χρόνια δεν μιλιέται με την πεθερά της – ή μάλλον η πεθερά της δεν της μιλάει – , επειδή τόλμησε να αφήσει τον γιο της αστεφάνωτο. «Αν δεν σκέφτεσαι τον γιο μου, σκέψου τουλάχιστον το παιδί σου που αύριο μεθαύριο θα το κοροϊδεύουν στο σχολείο» είναι το επιχείρημα της «φουκαριάρας» της μάνας του συντρόφου της. Το ζευγάρι, ωστόσο, την έχει πάρει την απόφασή του. Παρ’ ότι, εν έτει 2012, στα μάτια ουκ ολίγων συγγενών και φίλων μοιάζουν με εξωγήινους επειδή δεν
θέλουν να ανεβούν τα σκαλιά της εκκλησίας ή, έστω, του δημαρχείου. «Πέρυσι πήγαμε διακοπές στην Ικαρία, είχαμε μαζί μας και την μπέμπα. Από τους ντόπιους μάθαμε ότι τα παιδιά εκτός γάμου εκεί τα λένε “ερωτόπαιδα”. Οχι “μούλικα”, “μπάσταρδα” ή “εξώγαμα”. Είναι τα παιδιά που προέκυψαν από έναν έρωτα, χωρίς καταναγκαστικό γάμο» λέει η Αναστασία, η οποία έχει φτιάξει ένα προστατευτικό κέλυφος για την οικογένειά της, «με μπόλικη αγάπη και καθόλου γραφειοκρατία. Και αν ο γάμος σκοτώνει τον έρωτα, ο έρωτας πρέπει να περάσει στην αντεπίθεση και να σκοτώσει τον γάμο».
Το τρίπτυχο «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια» είναι κάτι από το οποίο η ελληνική κοινωνία δύσκολα μπορεί να ξεφύγει και αυτό το ξέρει καλά η Αναστασία και κάθε Αναστασία που επιλέγει να ζήσει τη ζωή της εκτός πλαισίων. Και να σκεφτεί κανείς ότι πάνε πλέον 30 χρόνια από τότε που ο Νόμος 1329 του 1983 ήρθε για να κάνει τις σχέσεις μεταξύ των δύο φύλων πιο ισότιμες και πιο ευέλικτες. Το συναινετικό διαζύγιο έκανε τη διαδικασία του χωρισμού λιγότερο χρονοβόρα, φέρνοντας τα πάνω κάτω στο Οικογενειακό Δίκαιο. Και δεν ήταν μόνο αυτό. Μια σειρά από νομοθετημένες πλέον αποφάσεις έκαναν αδιέξοδες σχέσεις να λύνονται πιο εύκολα από ποτέ: Ο πολιτικός γάμος εμφανιζόταν ως το αντίπαλο δέος του θρησκευτικού, η μοιχεία είχε αποποινικοποιηθεί – τέρμα ο διασυρμός των μοιχών που τους έτρεχαν στο τμήμα με τα σεντόνια όπως τόσο ωραία και ασπρόμαυρα αποτυπώθηκε στην ταινία «Η βίλλα των οργίων» με τον Λάμπρο Κωνσταντάρα – και η προίκα ήταν ένας εφιάλτης των γονιών της νύφης που ανήκε πλέον στο παρελθόν.
Πέρα και πάνω από όλα αυτά έκανε την εμφάνισή της η «αρχή της από κοινού λήψης αποφάσεων για τα θέματα του συζυγικού βίου» που καταργούσε την ανδροκρατική διάταξη του άρθρου 1387: «Ο ανήρ αρχηγός του οίκου. Ο ανήρ είναι η κεφαλή της οικογενείας και αποφασίζει περί παντός ό,τι αφορά τον συζυγικόν βίον». Τα πατριαρχικά κατάλοιπα που ήθελαν τη γυναίκα υποκείμενη στην εξουσία του άνδρα της και περιορισμένη σε αυστηρά οικιακά καθήκοντα αποτελούσαν παρελθόν. Η προϊσχύουσα διάταξη θέσπιζε «πρωταρχική υποχρέωση μόνο του άνδρα για την κάλυψη των αναγκών του συζυγικού βίου», ενώ για τη γυναίκα προβλεπόταν «επικουρική υποχρέωση συμβολής στα βάρη του γάμου σε περίπτωση που ο άνδρας δεν επαρκούσε μόνος του». Και ξαφνικά η σύζυγος είχε πλέον το δικαίωμα να βγει από το σπίτι προς αναζήτηση τροφής, να σβήσει από την ταυτότητά της τη λέξη «οικιακά», να κρατήσει το δικό της επίθετο αν το επιθυμούσε, να πάψει να ζει στη σκιά ενός άνδρα. Ολα έδειχναν ότι θα έβγαινε η μεγάλη νικήτρια μέσα από όλες αυτές τις τρανταχτές ανακατατάξεις. Βγήκε όμως;
«Στο προικοσύμφωνο συμβαλλόμενοι ήταν ο πατέρας της νύφης και ο γαμπρός. Η νύφη ήταν τρίτο πρόσωπο στη σύμβαση και δεν της έπεφτε και πολύς λόγος. Βέβαια, σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, η προίκα καταργήθηκε τυπικά, όχι ουσιαστικά. Οχι ότι τώρα πια θα σου δώσουν γελάδια και στρέμματα για να το πάρεις το κορίτσι, αλλά οι υπερπροστατευτικοί έλληνες γονείς πάντα θα προσφέρουν το κατιτίς τους. Απλώς το συμβόλαιο λέει πλέον “γονική παροχή”, “δωρεά” κτλ.» παρατηρεί ο δικηγόρος Βαγγέλης Κεφαλλονίτης. Ο ίδιος πιστεύει ότι η έλευση πολιτικών γάμων δεν μείωσε τους θρησκευτικούς: «Σήμερα τα ζευγάρια δεν παντρεύονται πιο σπάνια, απλώς παντρεύονται διπλά. Πρώτα με πολιτικό, λόγω απρογραμμάτιστης εγκυμοσύνης, ή για να πάρουν γρήγορα στεγαστικό δάνειο πρώτης κατοικίας, και μετά με θρησκευτικό για να χορέψουν καλαματιανό στο γλέντι οι συμπέθεροι. Ακόμη και τα πιο προοδευτικά ζευγάρια που ξέρω πολύ δύσκολα θα απαρνηθούν το “Ησαΐα χόρευε”».
Μπορεί, λοιπόν, οι γάμοι να μη μειώθηκαν, αυξήθηκαν ωστόσο τα διαζύγια. Ο ίδιος λέει χαρακτηριστικά ότι «το Τμήμα Συναινετικών Διαζυγίων στην Ευελπίδων είναι πάντα ασφυκτικά γεμάτο. Για να πάρεις δικάσιμο για την εκδίκαση της αίτησης, το μίνιμουμ που θα περιμένεις είναι έξι μήνες και, όσο περνούν τα χρόνια, οι έξι μήνες μπορεί να γίνουν και δέκα». Οσα ζευγάρια, πάντως, θέλουν πώς και πώς να χωρίσουν, αναζητούν και βρίσκουν ανά την ελληνική επικράτεια δικαστήρια που δεν έχουν τόσο φορτωμένο ετήσιο πρόγραμμα δικών. Το συναινετικό διαζύγιο βοήθησε δεκάδες Ελληνίδες που είχαν υποστεί χρόνια κακοποίηση από τον άνδρα τους πίσω από κλειστά, αλλά όχι ηχομονωμένα, παράθυρα να τους εγκαταλείψουν. Βέβαια, παλαιότεροι δικηγόροι, όπως ο Δημοσθένης Ψωμόπουλος, θυμούνται ότι πολύ πριν από τον Νόμο 1329/1983 δεν ήταν και λίγες οι γυναίκες που επινοούσαν σοβαρά αίτια όπως ο ξυλοδαρμός, προκειμένου να αποκτήσουν την πολυπόθητη ελευθερία τους. Το «κοινή συναινέσει» και η «ασυμφωνία χαρακτήρων» πρωτοακούστηκαν πριν από 30 χρόνια και ήρθαν σαν βάλσαμο για όσους έβλεπαν τον γάμο σαν φυλακή.
Βέβαια, το ελληνικό δαιμόνιο είχε εφεύρει από παλιά το «κρυπτοσυναινετικό διαζύγιο»: σύζυγοι που είχαν συμφωνήσει να χωρίσουν, συνήγοροι μιλημένοι, ψευδομάρτυρες πειστικότατοι και δικαστές προθυμότατοι, όλοι έπαιζαν ένα απολαυστικό θέατρο του παραλόγου στη σκηνή του δικαστηρίου και οι δικαιολογίες ακολουθούσαν συνήθως στο ίδιο μοτίβο – ένας σύζυγος είτε έδερνε είτε απατούσε τον άλλον ή και τα δύο μαζί. Τα στατιστικά στοιχεία που ξεπηδούσαν αργότερα από τις δικαστικές αποφάσεις σε έκαναν να αναρωτιέσαι κατά πόσον ήταν τόσο έ ντονες η οικογενειακή βία και η συζυγική μοιχεία στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με στοιχεία του Ινστιτούτου Κοινωνικής Πολιτικής, το 1960 αντιστοιχούσαν 7 γάμοι στους 1.000 κατοίκους, ενώ το 2004 μειώθηκαν σε 4,2. Αντίστοιχα, το 1960 υπήρχαν 0,3 διαζύγια ανά 1.000 κατοίκους, ενώ το 2004 η τιμή του δείκτη αυξήθηκε σε 1,1 διαζύγια. Παράλληλα, ανέβηκε ο ηλικιακός μέσος όρος του πρώτου γάμου. Για τις Ελληνίδες, το 1990 ήταν τα 24,7, το 2000 τα 26,6, ενώ το 2010 ανέβηκε κατακόρυφα στα 32 χρόνια. Αντίστοιχα για τους άνδρες, η μέση ηλικία πρώτου γάμου ήταν τα 24,7 το 1990, τα 30 το 2000 και – καταρρίπτοντας όλες τις προβλέψεις – κοντά στα 40 το 2010. Η καθυστέρηση αυτή στον γάμο συνδέεται καθοριστικά με τη μείωση των γεννήσεων, οι οποίες πλέον στη χώρα μας είναι πολύ λιγότερες από τους θανάτους, με αποτέλεσμα τη μείωση του φυσικού πληθυσμού της χώρας από το 1996 και μετά.
Το 1980, πριν από την έλευση του περίφημου νομοθετήματος, σε διαζύγιο κατέληγε το 8% των γάμων στην Ελλάδα, ενώ το 2005 το αντίστοιχο ποσοστό εκτοξεύθηκε στο 24%, όπως μαρτυρά η Ελληνική Στατιστική Αρχή. Εκείνη τη χρονιά σημειώθηκαν 13.500 διαζύγια, εκ των οποίων τα 9.500 ήταν συναινετικά. Από το 2010 και μετά, οι ψυχροί αριθμοί αποκαλύπτουν ότι ένας στους δύο γάμους καταλήγει σε διαζύγιο, σε αντιδιαστολή με τη δεκαετία του ’80 όταν μόλις το ένα στα δέκα ζευγάρια αποφάσιζε να χωρίσει. Τόσο στη χώρα μας όσο και στις λοιπές μεσογειακές, οι γεννήσεις εκτός γάμου και οι μονογονεϊκές οικογένειες κυμαίνονται σε χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με τις χώρες του Βορρά, καθώς και με τις ΗΠΑ. Ενδεικτικά, στη χώρα μας οι οικογένειες με έναν γονέα – λόγω διαζυγίου, θανάτου ή από επιλογή – είναι περίπου 62.000, τη στιγμή που το Ηνωμένο Βασίλειο μετρά 1.230.000. Πάντως αυτό το μοντέλο οικογένειας θα γίνεται όλο και πιο δημοφιλές και στα θερμά κλίματα, όπως υποστηρίζουν οι ειδικοί.
Η οικονομική κρίση μοιάζει να διχάζει, όπως παρατηρεί η σύμβουλος γάμου Αθηνά Καταπόδη: «Οι μισοί χωρίζουν λόγω γκρίνιας και οι άλλοι μισοί, αν και θέλουν να χωρίσουν, μένουν μαζί για να μοιραστούν τους λογαριασμούς και τη μιζέρια». Σε μια χώρα που ανήγαγε το διαζύγιο Μενεγάκη - Λάτσιου σε εθνικό γεγονός, τόσο ο γάμος όσο και ο χωρισμός πραγματοποιούνται με ταχύτητες φαστ φουντ – το 25% των διαζευγμένων σήμερα δεν έχουν κλείσει ούτε χρόνο κοινής συμβίωσης. Εύκολα μπαίνεις, εύκολα βγαίνεις. Ενας θρησκευτικός γάμος μπορεί να στοιχίσει από 6.000 έως... άπειρα ευρώ και ένα απλό, συναινετικό διαζύγιο – χωρίς το βάρος της διατροφής – γύρω στα 800 με 1.000 ευρώ για κάθε σύζυγο.
Οπως παρατηρεί ο κοινωνιολόγος Σάββας Ραφαηλίδης, «ελάχιστοι πιστεύουν πλέον στην έννοια του “για πάντα μαζί”. Οι 8 στους 10 μελλόνυμφους θεωρούν πολύ πιθανό το να χωρίσουν, ενώ οι άνδρες και οι γυναίκες μεταξύ 35-45 ετών που δεν έχουν ανεβεί τα σκαλιά του δημαρχείου ή της εκκλησίας ούτε σκοπεύουν να το κάνουν είναι πάρα πολλοί. Οι φαινομενικά απεριόριστες δυνατότητες για νέες γνωριμίες που προσφέρει το Διαδίκτυο, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι πλέον οι γυναίκες βγάζουν τα ίδια – ή και περισσότερα – χρήματα και αντέχουν την κρίση περισσότερο από τους άνδρες, κάνουν τις σχέσεις λιγότερο ρομαντικές, αλλά ίσως πιο ρεαλιστικές. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι θέσεις στην ελληνική κοινωνία αλλάζουν: οι γκέι θέλουν να παντρευτούν και οι στρέιτ θέλουν να συζήσουν». Οσο για τον ντετέκτιβ Φάνη Νομικό, ο οποίος διατηρεί γραφείο εδώ και 35 χρόνια, είδε την πελατεία του να αποδεκατίζεται όταν αποποινικοποιήθηκε η μοιχεία: «Αυτό δεν ήταν τίποτε όμως σε σχέση με τη χαλάστρα που μας έκανε το Facebook. Oλοι παρακολουθούν ιντερνετικά τους συζύγους τους. Aνδρες άσχετοι με το Διαδίκτυο έμειναν άναυδοι όταν κάποιοι καλοθελητές τούς άνοιξαν τα μάτια δείχνοντάς τους πόσους “φίλους” έχει και τι φωτογραφίες ανεβάζει η γυναίκα τους».
Μια ιταλική παροιμία συμβουλεύει «να έχεις τα μάτια ανοιχτά πριν από τον γάμο και μισόκλειστα μετά». Αλλά μία κινέζικη γνωρίζει: «Ιδιο κρεβάτι, διαφορετικά όνειρα». Το επίσημο σάιτ ενός δικηγόρου στο Σικάγο προτρέπει: «Η ζωή είναι μικρή. Πάρτε διαζύγιο!». Και την ίδια στιγμή, ολόκληρη η αμερικανική βιομηχανία σε κάνει να νιώσεις αλλόκοτος αν δεν έχεις ζευγαρώσει – από τα καταναγκαστικά happy endings των ρομαντικών κομεντί ως τις πανεπιστημιακές έρευνες που υποστηρίζουν ότι οι άνθρωποι που είχαν δεσμό και όχι οι singles ήταν εκείνοι που επέζησαν από φυσικές καταστροφές, όπως τυφώνες και πλημμύρες. «Κάνε υπομονή, δώσε τόπο στην οργή» συμβούλευαν και συμβουλεύουν οι παλιοί. Κάπου βαθιά μέσα τους, ωστόσο, ίσως και να χαίρονται ή να ζηλεύουν την πολυτέλεια που έχουν σήμερα τα παιδιά τους να τα τινάξουν όλα στον αέρα και να αρχίσουν ξανά από το μηδέν. Ο γάμος παραμένει μυστήριο. Και για την Εκκλησία και για τους ανθρώπους. Και η συμβίωση ένα σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες.
* Δημοσιεύθηκε στο BHMagazino στις 19 Φεβρουαρίου 2012
1 Μηνύματα στην ανάρτηση "Σήμερα γάμος γίνεται;"
ζητω τα ερωτοπαιδα!
σεβασμος στην ζωη και στις επιλογες του καθενος!
Δημοσίευση σχολίου