Γεννήθηκε πάμφτωχη σε μια πολυμελή οικογένεια και πέθανε πάμπλουτη και μόνη. Θέλοντας να ανατρέψει τα πάντα στη μόδα, καθιέρωσε κλασικές τάσεις και αξίες, όπως η ηλιοθεραπεία και το ταγέρ. Η ζωή της γυναίκας που δεν ήθελε να την αγαπούν μοιάζει, ούτως ή άλλως, με σενάριο.
Ανατρεπτική αλλά και παθιασμένη ιχνηλάτρια του κλασικού. Τολμηρή και ανυπότακτη. Ανυπόμονη και μεθοδική συγχρόνως. Κακότροπη αλλά γενναιόδωρη. Πεισματάρα και νεωτερίστρια. Συνδύαζε τον παρορμητισμό με την εμμονή στη στοχοπροσήλωση και κατόρθωσε να «ξεβάψει» στο φεμινισμό μεγάλες δόσεις θηλυκότητας.
Η πιο διάσημη Γαλλίδα της εποχής της, που στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής ερωτεύτηκε έναν αξιωματικό των ναζί, προτιμούσε να τη θαυμάζουν παρά να την αγαπούν. Η μόνη προσωπικότητα από το χώρο της μόδας που το περιοδικό «Time» συμπεριέλαβε στους 100 ανθρώπους με τη μεγαλύτερη επιρροή στη διάρκεια του 20ού αιώνα απαξίωνε τη μόδα, διακηρύσσοντας το πόσο εφήμερη είναι.
Η πιο διάσημη Γαλλίδα της εποχής της, που στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής ερωτεύτηκε έναν αξιωματικό των ναζί, προτιμούσε να τη θαυμάζουν παρά να την αγαπούν. Η μόνη προσωπικότητα από το χώρο της μόδας που το περιοδικό «Time» συμπεριέλαβε στους 100 ανθρώπους με τη μεγαλύτερη επιρροή στη διάρκεια του 20ού αιώνα απαξίωνε τη μόδα, διακηρύσσοντας το πόσο εφήμερη είναι.
«Ήταν κάτι σαν θαύμα. Δούλεψε στον κόσμο της μόδας με κανόνες οι οποίοι είχαν αξία μόνο για τους ζωγράφους, τους ποιητές και τους μουσικούς», έλεγε για αυτήν ο φίλος της ...
Ζαν Κοκτό. Και ο μεγάλος της αντίπαλος, ο Κριστιάν Ντιορ, παραδέχθηκε πως«η Κοκό δεν είναι απλώς μπροστά από την εποχή της. Είναι μπροστά από τον εαυτό της».
Η ίδια πίστευε ότι κοινωνία –υψηλή κοινωνία– και μόδα συνδέονται άμεσα και περίπλοκα μεταξύ τους. Και έλεγε: «Δεν μπήκα στην κοινωνία αυτή επειδή έπρεπε να σχεδιάσω ρούχα. Σχεδίασα ρούχα ακριβώς επειδή μπήκα στην κοινωνία αυτή. Επειδή ήμουν η πρώτη που έζησε τη ζωή αυτού του αιώνα». Ωστόσο, ήταν πάντα δύσπιστη σε αυτήν τη λεγόμενη «υψηλή κοινωνία» που την αποθέωσε, αφού όπως έλεγε «…υπάρχουν άνθρωποι πλούσιοι και άνθρωποι που απλώς έχουν χρήματα».
Η ίδια γεννήθηκε σε μια πολύ φτωχική οικογένεια στο Saumur στις 19 Αυγούστου του 1883. Η μητέρα της πέθανε όταν ήταν 12 ετών και ο πατέρας της την έβαλε σε ένα ορφανοτροφείο καθολικού μοναστηριού. Ωστόσο, το ραντεβού της Γκαμπριέλ Μπονέρ Σανέλ (όπως ήταν το πραγματικό της όνομα) με το πεπρωμένο της είχε καθοριστεί από πολύ νωρίς. Μέσα στο αυστηρό και καταθλιπτικό περιβάλλον του μοναστηριού, η μικρή Γκαμπριέλ έμαθε τρία πράγματα που έπαιξαν σημαντικότατο ρόλο στη ζωή και καριέρα της. Πρώτον, ανέπτυξε μια αποστροφή για οτιδήποτε καταπιεστικό και περιοριστικό αλλά και την παρόρμηση να το ανατρέψει. Δεύτερον, έμαθε να ράβει. Και τρίτον, το ίσιο, μαύρο ρούχο των καλογραιών στάθηκε γι’ αυτήν πηγή έμπνευσης όχι μόνο για το «μικρό μαύρο φόρεμα» αλλά και για πολλά σχέδιά της.
Στα 18 της, ενώ ο αιώνας αλλάζει, εκείνη κάνει το μεγάλο άλμα ζωής από το μοναστήρι στα κλαμπ του Βισί, όπου δούλευε ως τραγουδίστρια. Εκεί απέκτησε και το όνομα «Κοκό». Κάποιοι λένε ότι προέκυψε από ένα τραγούδι που ήταν το αγαπημένο της. Η ίδια, ωστόσο, διέδιδε ότι ήταν μια σύντμηση της λέξης «κοκότα».
Το 1903 ήταν 20 ετών όταν συνδέθηκε ερωτικά με τον πάμπλουτο Etienne Balsan, που..... έγινε το σκαλοπάτι της για να πατήσει πόδι στην υψηλή κοινωνία. Mόλις «εξετέλεσε την αποστολή του», τον εγκατέλειψε για τον ακόμη πιο πλούσιο φίλο του Arthur «Βoy» Capel, που τη βοήθησε να ανοίξει το 1910 το πρώτο της κατάστημα. Γρήγορα έπεσε έξω, αλλά αυτό δεν πτόησε τη mademoiselle Coco.
Τρία χρόνια αργότερα, άνοιξε ένα κατάστημα με καπέλα στο Παρίσι, ενώ παράλληλα άρχισε να σχεδιάζει και να πουλά τα πρώτα της ρούχα. Τα περισσότερα ήταν από ζέρσεϊ, ένα ύφασμα που εκείνη την εποχή χρησιμοποιούσαν κυρίως για ανδρικά εσώρουχα. Το ζέρσεϊ ήταν πολύ φτηνό ύφασμα, άρα και μια εκ του ασφαλούς επιλογή για τη νεοσύστατη επιχείρηση. Αποδείχθηκε μεν ιδανικό για τα άνετα, πρακτικά, σπορ κομμάτια, επηρεασμένα κυρίως από την ανδρική γκαρνταρόμπα, αλλά η αρχική ιδέα τής ήρθε εντελώς τυχαία, όταν μια ημέρα που έκανε κρύο στη Ντοβίλ δεν είχε κάτι ζεστό να φορέσει. Πολλά χρόνια αργότερα έλεγε στον φίλο της, συγγραφέα Paul Morand: «Έχτισα την περιουσία μου με θεμέλιο ένα παλιό σακάκι ζέρσεϊ του Arthur που τυχαία έριξα στους ώμους μου εκείνη την ημέρα που κρύωνα. Δεν είναι αστείο; Έγινα πάμπλουτη επειδή μια μέρα απλώς κρύωνα».
Βέβαια η μικροκαμωμένη, δαιμόνια Κοκό θα γινόταν πάμπλουτη ακόμη και αν… ζεσταινόταν. Άλλωστε ήταν αυτή που, μάλιστα άθελά της, επέβαλε μια μόδα-μανία του 20ού αιώνα, την ηλιοθεραπεία. Μέχρι τότε, η λευκή επιδερμίδα, ιδιαίτερα για τις γυναίκες, όχι μόνο ήταν συνυφασμένη με τη γυναικεία καλλονή, αλλά δήλωνε και την υψηλή κοινωνική θέση, δεδομένου ότι το μαυρισμένο δέρμα συνδεόταν με τη χειρωνακτική εργασία στην ύπαιθρο. Σύμφωνα με έναν αστικό μύθο, μάλιστα, η Ελισάβετ Α΄πέθανε δηλητηριασμένη από τα καλλυντικά μολύβδου που χρησιμοποιούσε, προκειμένου να διατηρήσει πάλλευκη την επιδερμίδα της. Το ότι, την εποχή εκείνη, η μελαχροινή Κοκό, που αγαπούσε ιδιαίτερα τα σπορ και το κολύμπι, ένα καλοκαίρι στη γαλλική Ριβιέρα μαύρισε πολύ ήταν το έναυσμα για να γίνει η ηλιοκαμένη επιδερμίδα πρώτα μόδα και στη συνέχεια must.
Aπό αυτό το σημείο και ύστερα η καριέρα της Σανέλ αναπτύσσεται με γεωμετρική πρόοδο, ώστε σήμερα το λογότυπο του οίκου που δημιούργησε να είναι το πιο αναγνωρίσιμο παγκοσμίως σήμα από το χώρο της μόδας.
Η mademoiselle Coco δεν λάνσαρε γραμμές και σχέδια ρούχων. Άλλαζε νοοτροπίες. Απελευθέρωσε τις γυναίκες από τον κορσέ που τόνιζε μεν τις καμπύλες, αλλά περιόριζε τις κινήσεις. Ανέτρεψε τα στερεότυπα, αποδεικνύοντας ότι μια γυναίκα μπορεί να είναι σέξι ακόμη και όταν φοράει φαρδιά ρούχα ή παντελόνια, όπως τα παντελόνια-καμπάνα που φορούσε η ίδια για να μπαινοβγαίνει στις γόνδολες της Βενετίας.
Καθιέρωσε τα κοντοκουρεμένα μαλλιά, κάτι που σηματοδοτούσε όχι απλώς ένα χτένισμα, αλλά έκανε μόδα την ανάγκη των γυναικών για απροκάλυπτη ανυπακοή. Μέχρι να τα λανσάρει η Κοκό Σανέλ, οι γυναίκες δεν φορούσαν πλισέ φούστες ούτε πουκάμισα ούτε πουλόβερ ούτε γκαμπαρντίνες ούτε σακάκια ούτε ταγέρ ούτε ανδρικές πιτζάμες ούτε διανοούνταν να μπερδέψουν ψεύτικα κοσμήματα με αληθινά ή να στολίσουν το φόρεμά τους με μια υφασμάτινη καμέλια -το αγαπημενο της λουλούδι.
Πολλά ρούχα και αξεσουάρ που σήμερα θεωρούνται… αυτονόητα ήταν το αποτέλεσμα μιας στιγμιαίας έμπνευσής της. Το «μικρό μαύρο φόρεμα», η μπεζ ξώφτερνη γόβα με τη μαύρη λουστρινένια μύτη, η ζώνη-αλυσίδα, η καπιτονέ τσάντα με την αλυσίδα, το τουίντ ταγέρ, το total look. Το ανδρόγυνο στυλ, η μόδα να φοράνε οι γυναίκες γραβάτα, τα μικρά, με απλό σχέδιο και μικρό γείσο καπέλα που αντικατέστησαν τα πλατύγυρα και υπερβολικά φορτωμένα. Έλεγε μάλιστα σχετικά με αυτήν τη στυλιστική πρότασή της: «Μα πώς μπορεί να λειτουργήσει το μυαλό κάτω από αυτές τις συνθήκες
Το 1921 λάνσαρε το εμβληματικό Chanel No 5, που έχει αυτό το όνομα γιατί ήταν η πέμπτη πρόταση που της έκαναν οι αρωματοποιοί που συνεργάζονταν μαζί της. Τις προηγούμενες τις είχε απορρίψει βρίζοντας σαν εργάτης. Λένε μάλιστα ότι μπορούσε όχι μόνο να μιλήσει αλλά και να φωνάξει και να βρίσει με το τσιγάρο –συνήθως με μεγάλη καύτρα– ανάμεσα στα χείλη.
Πριν από τα σαράντα της, στις αρχές της δεκαετίας του 1920, είχε ήδη κατακτήσει το όνειρό της. Είχε καταξιωθεί απόλυτα στο χώρο της μόδας. Παρ’ όλα αυτά, φαίνεται ότι την απαξίωνε. Η αγαπημένη της ρήση ήταν: «Πρέπει να μιλάμε για τη μόδα χωρίς εξάρσεις και, σίγουρα, χωρίς ποίηση ή φιλολογία. Ένα ρούχο δεν είναι ούτε τραγωδία ούτε έργο ζωγραφικής. Είναι μια κομψή και εφήμερη δημιουργία και όχι ένα έργο τέχνης που θα παραμείνει. Η μόδα πρέπει να πεθαίνει και μάλιστα γρήγορα, ώστε να ζήσει το εμπόριο».
Η mademoiselle Cocο συσχετίστηκε επίσης με τα μεγάλα ονόματα της τέχνης. O Πικάσο, ο Νταγκίλεφ, ο Κοκτό ήταν οι πιο στενοί της φίλοι. O Ιγκόρ Στραβίνσκι εραστής και μάλλον ο άντρας που αγάπησε περισσότερο απ’ όλους. Τον γνώρισε από τον Νταγκίλεφ, όταν εκείνη είχε χρηματοδοτήσει τα ρωσικά μπαλέτα για να ανεβάσουν την «Ιεροτελεστία της άνοιξης». Από το καλοκαίρι του 1920 μέχρι το καλοκαίρι του 1921 τον είχε φιλοξενήσει στην έπαυλή της στα περίχωρα του Παρισιού μαζί με τη γυναίκα του και τις τέσσερις κόρες του. Εκείνη την εποχή έζησαν το ειδύλλιό τους ως το απόλυτα απαγορευμένο, γι’ αυτό και επίσημα κανείς από τους δύο δεν το παραδέχθηκε. Απλώς, εκείνο το διάστημα, ενώ η Κοκό λάνσαρε το Νο 5, ο Στραβίνσκι έγραφε «Τα 5 δάχτυλα», ένα παιδικό μουσικό κομμάτι.
Η Σανέλ έμεινε mademoiselle σε όλη της τη ζωή. Ποτέ δεν παντρεύτηκε. Ποτέ δεν θέλησε να αποκτήσει παιδιά. Ποτέ δεν ένιωσετην ανάγκη ενός δικού της σπιτιού. Από τη δεκαετία του 1930 έμενε μόνιμα στο ξενοδοχείο «Ritz» (με την εικόνα που της είχε κάνει δώρο ο Στραβίνσκι σε περίοπτη θέση). Θα έλεγε κανείς ότι ήταν μια Τσιγγάνα ντυμένη με πολυτελή ρούχα. Διακηρύσσοντας πως, όταν ασχολείσαι με τη δουλειά σου και τους άντρες, δεν σου μένει χρόνος για οτιδήποτε άλλο, στις σχέσεις της συνήθως συνδύαζε και τα δύο. Και έρωτα, και δουλειά. Η σχέση της με τον δούκα του Γουεστμίνστερ, για παράδειγμα, της άνοιξε τις πόρτες της αγγλικής αριστοκρατίας. Και η προστασία της αγγλικής βασιλικής οικογένειας ήταν η αιτία που δεν δικάστηκε, μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, για προδοσία λόγω της ερωτικής σχέσης της (αν και είχε πατήσει τα 60) με τον ναζί αξιωματικό Hans Gunther von Dincklage. Ωστόσο, το κλίμα ήταν βαρύ για εκείνη και αυτοεξορίστηκε στη Λοζάνη. Η υψηλή κοινωνία όμως έχει ασθενή μνήμη. Και έτσι η επιστροφή της το 1954 , σε ηλικία 71 ετών, στο Παρίσι ήταν θριαμβευτική. Ξανάνοιξε τα μαγαζιά της, που είχε κλείσει το 1939, επανασχεδίασε τις θρυλικές δημιουργίες της, ανέπτυξε τις επιχειρήσεις της, αλλά έζησε απομονωμένη, σχεδόν ανθρωποφοβική, στη σουίτα της στο «Ritz». Εκεί όπου πέθανε μόνη της στις 10 Ιανουαρίου του 1971 (λίγους μήνες αργότερα πέθανε και ο Στραβίνσκι).
Η mademoiselle Coco ήταν μια γυναίκα που έζησε και δημιούργησε με πάθος. Αγάπησε; Αγαπήθηκε; Ποιός ξέρει… Ίσως να υπήρξε και ένας από τους ελάχιστους ανθρώπους που δεν είχε ανάγκη την αγάπη. Άλλωστε, προς το τέλος της ζωής της έλεγε: «Δεν είμαι ηρωίδα, αλλά επέλεξα αυτό που ήθελα να είμαι και αυτό έγινα. Δεν πειράζει αν κάποιοι δεν με αγάπησαν ή δεν με θεώρησαν ευχάριστη. Το πιο μεγάλο δώρο του Θεού προς εμένα ήταν ότι μου επέτρεψε να μην αγαπήσω ό,τι δεν με αγάπησε».
LE FIN!
Πηγη ΤΑ ΝΕΑ
Μια ανάρτηση-αφιέρωμα που ήθελα να κάνω πριν ενα χρόνο σαν "Αρωμα Γυναίκας " που είμαστε αλλά κάπου ξεχάστηκε .....μου τι θύμισε ενα μικρό γεγονός...
Μπορούμε να μάθουμε και να διδαχθούμε κάτι από τη ζωή της.
Για παράδειγμα, μπορούμε να ξεπεράσουμε τη δειλια τους δισταγμούς , και να ακούσουμε τα ένστικτά μας.
Η Chanel γνώριζε ότι ήταν διαφορετική από τους άλλους, και είναι σημαντικό να πιστεύεις στον εαυτό σου και να προσπαθείς σκληρά για να κάνεις τα όνειρά σου πραγματικότητα.
Το chanel no 5 υπήρξε για χρόνια το αγαπημένο μου άρωμα και ...σήμα κατατεθέν μου!
Φιλιά...
2 Μηνύματα στην ανάρτηση "Mademoiselle ...Coco Chanel..."
Γεια σου φίλη Τάνια!!!!!!! Ανακάλυψα το ιστολόγιό σου από τον φίλο Luthier και λέω να μείνω στην παρέα σας να τα λέμε!!!!!!!!
Φιλάκια πολλά!!!!!!
@Τζέσσυ Καλώς ήρθες φίλη μου!! Απο τον καλό μου Luthier με το καταπληκτικο του ιστολογιο λοιπόν χαίρομαι ιδιαίτερα και σε καλοσωρίζω στην όμορφη παρέα μας!!
Δημοσίευση σχολίου