Όταν την έφτιαχναν, κανείς δεν της είπε ότι θα κατέληγε σ’ ένα κομμωτήριο…..Εκείνη πάντα πίστευε ότι προοριζόταν για το σαλόνι μιας οικογένειας.
Μπορεί να είχαν και μικρά παιδάκια που θα κάθονταν επάνω της ν’ ακούσουν ένα παραμύθι από την γιαγιά τους….Μπορεί να ήταν φτιαγμένη για να κάθεται ο πατέρας με τα παιδιά στην αγκαλιά του και ν’ ακούει τα μικρά νέα τους από το σχολείο….
Μπορεί ακόμη να καθόταν και η μαμά, με το κέντημά της στα χέρια και δεν θα την ένοιαζε που θα την τρυπούσε κάθε φορά που θα στερέωνε στο μπράτσο της την βελόνα, μέχρι να ετοιμάσει την κλωστή…..
Θα μπορούσε ακόμα και να δεχτεί ν’ ακούει και να βλέπει ποδόσφαιρο όταν θα καθόταν πάνω της ο παππούς….
Μετά έγινε κάτι, που γκρέμισε όλα της τα όνειρα….Επέστρεψε μια ελαττωματική πολυθρόνα από ένα σπίτι για να την φτιάξουν και της είπε όλη την αλήθεια….
Στα σπίτια πια, τα παιδάκια δεν κάθονταν σε καμιά πολυθρόνα για ν’ ακούσουν παραμύθια από την γιαγιά, γιατί η γιαγιά δεν έλεγε παραμύθια, έβλεπε και κείνη τηλεόραση στην καλύτερη περίπτωση. Στην χειρότερη….δεν έμενε στο σπίτι μαζί με την υπόλοιπη οικογένεια…..
Έπειτα τα παιδάκια, δεν είχαν χρόνο πια για τίποτα. Έφευγαν το πρωί, γύριζαν το μεσημέρι και με την μπουκιά στο στόμα, έφευγαν πάλι για τ’ αγγλικά τους και στη συνέχεια είχαν λέει ιδιαίτερο στα μαθηματικά και μετά έπρεπε να διαβάσουν για την άλλη μέρα…
Ο μπαμπάς δεν είχε χρόνο ν’ ακούει τα μικρά νέα των παιδιών του γιατί δούλευε ως αργά και πολλές φορές έφερνε και δουλειά στο σπίτι και μόλις έτρωγε, καθόταν μπροστά σε μια μικρή οθόνη που την έλεγαν υπολογιστή και πατούσε συνεχώς διάφορα κουμπιά. Μετά ξάπλωνε στον καναπέ και εκεί τον έπαιρνε ο ύπνος….
Η μαμά, δεν ήξερε καν να πιάσει βελόνα στα χέρια της γιατί ποτέ κανείς δεν της έμαθε.
Από κοριτσάκι έτρεχε σε αγγλικά, γαλλικά και φροντιστήρια και μετά πήγε στο Πανεπιστήμιο και σήμερα δουλεύει κι αυτή από το πρωί μέχρι το βράδυ και έχει όλο νεύρα που δεν προλαβαίνει να πάρει ανάσα
και διαμαρτύρεται πως όλα τα κάνει μόνη της, πως κανείς δεν την βοηθάει και συνέχεια φωνάζει και λέει κάτι ακαταλαβίστικο: «Ανάθεμα την ώρα….»
Ο παππούς τώρα ήταν κάτι που η ελαττωματική πολυθρόνα, δεν ήξερε τι ήταν καν…..Ίσως ήταν αυτός για τον οποίο μιλούσαν χαμηλόφωνα ότι είχε λέει «ξελογιαστεί» με μια Ουκρανή και στα γεράματα ήθελε να την παντρευτεί….
Αυτές ήταν όλες κι όλες οι πληροφορίες που μπόρεσε να της δώσει πριν την παραλάβουν για να την επιδιορθώσουν…..
Πριν προλάβει να καταλάβει όλα όσα είχε μάθει, την είχαν αγοράσει για ένα κομμωτήριο….
Της άρεσε το περιβάλλον και ακόμη περισσότερο της άρεσε που είδε ότι είχαν φέρει και άλλες ...
πολυθρόνες όμοιες με την ίδια. Τουλάχιστον δεν θα ήταν μόνη…..Είχε πολλούς καθρέφτες, φώτα και ήταν πολύ καθαρά…..ευτυχώς….Δεν άντεχε την βρωμιά….
Η ιδιοκτήτρια ήταν νέα και όμορφη, αλλά τα μαλλιά της είχαν λίγο περίεργο χρώμα. Μετά έμαθε ότι οι κομμώτριες πρέπει να κάνουν πολλές αλλαγές για να τις βλέπουν οι πελάτισσες……
Οι πελάτισσες δεν σταματούσαν να έρχονται. Πρώτα κάθονταν στο σαλόνι και περίμεναν την σειρά τους ξεφυλλίζοντας κάποιο περιοδικό. Μια κοπέλα που ήταν λέει βοηθός, τις ρωτούσε αν ήθελαν καφέ ή αναψυκτικό και κείνες ήθελαν καφέ και άναβαν αμέσως τσιγάρο.
Την πρώτη της μέρα στο καινούριο περιβάλλον, κάθισε πάνω της μια κυρία μελαχρινή με μακριά μαλλιά. Έμοιαζε πολύ εκνευρισμένη και κάπνιζε το ένα τσιγάρο μετά το άλλο. Μόλις την πλησίασε η κομμώτρια, η κυρία ξέσπασε:
- Δεν μπορώ να με βλέπω άλλο! Της φώναξε. Κάνε κάτι, κουράστηκα με τον ίδιο μου τον εαυτό! Κόψ’ τα, βάφ’ τα, κάνε ότι θέλεις φτάνει να φύγω από δω άλλος άνθρωπος, γιατί θα τρελαθώ!
Η κομμώτρια της χαμογέλασε.
-Tι ακριβώς έχετε στο μυαλό σας κυρία Παπαδήμα?
- Προβλήματα έχω στο μυαλό μου! Και ο άντρας μου τώρα τελευταία αργεί όλο και περισσότερο! Αν τα κάνω ξανθά, θα δείχνω πιο νέα;
Στην εταιρεία του όλο νέες δουλεύουν! Η μεγαλύτερη μόλις έχει πατήσει τα είκοσι πέντε! Ναι, πρέπει να τ’ ανοίξω το χρώμα! Το σκούρο με μεγαλώνει! Θα πάω και σε γυμναστήριο! Μου είπαν ότι κάνει θαύματα….Και οπωσδήποτε θα τα κόψεις! Βαρέθηκα το μακρύ μαλλί! Κι αυτό με μεγαλώνει!
Η πολυθρόνα ζαλίστηκε. Άκρη δεν έβγαζε με τον ασυνάρτητο μονόλογο της κυρίας, αλλά φαίνεται πως ήταν μόνη της, γιατί η κομμώτρια κούνησε καταφατικά το κεφάλι της σαν να είχε καταλάβει και καθησύχασε την υστερική κυρία.
- Μην ανησυχείτε κυρία Παπαδήμα, κατάλαβα ακριβώς τι θέλετε!
Η κυρία μάλλον ηρέμισε. Η κομμώτρια πήρε τα ψαλίδια της και άρχισε να ρίχνει στο πάτωμα τούφες ολόκληρες από τα μαλλιά της κυρίας. Μετά έφερε μια χρωματισμένη αηδία που την πασάλειψε στο κεφάλι της κυρίας και της έδωσε κι ένα περιοδικό στα χέρια.
- Θα περιμένουμε τώρα γύρω στα πενήντα λεπτά κυρία Παπαδήμα για να δούμε το αποτέλεσμα….
Η κυρία άναψε πάλι τσιγάρο και άρχισε να ξεφυλλίζει το περιοδικό, αλλά με τόσο εκνευρισμό που η πολυθρόνα περίμενε ν’ ακούσει το χαρτί να σχίζεται έτσι που το ταλαιπωρούσε.
Η κομμώτρια είχε πάει σε άλλη κυρία, αλλά κάποιο πιστολάκι δούλευε και η πολυθρόνα δεν άκουγε τι της έλεγε, πάντως και κείνη η πελάτισσα δεν φαινόταν καλά….
Τα πενήντα λεπτά πέρασαν αργά και βασανιστικά. Η κυρία κάπνιζε συνέχεια και μετακινούσε το βάρος της πότε στη μια μεριά της πολυθρόνας, πότε στην άλλη και την έκανε να διαμαρτύρεται τρίζοντας, αλλά ποιος δίνει σημασία στις διαμαρτυρίες μιας πολυθρόνας;
Ησύχασε λίγο όταν η κυρία μεταφέρθηκε στον λουτήρα για να την λούσουν, αλλά ξαναγύρισε λίγο αργότερα με μια πετσέτα στα μαλλιά να κρύβει το αποτέλεσμα.
Η πολυθρόνα ήταν πολύ περίεργη να δει….Η πετσέτα βγήκε και από το μαύρο μαλλί δεν υπήρχε ίχνος. Μια ξανθιά καθόταν τώρα στη θέση της μελαχρινής. Η κυρία έμεινε να κοιτάζει τον εαυτό της με γουρλωμένα μάτια.
- Λοιπόν; Πώς σας φαίνονται; ενδιαφέρθηκε να μάθει η κομμώτρια.
- Λες να του αρέσω; ρώτησε η κυρία.
Η πολυθρόνα μπερδεύτηκε. Αφού εκείνη τα έβλεπε, σε ποιον έπρεπε ν’ αρέσουν;
Νομίζω ότι η αλλαγή είναι μεγάλη, είπε η κομμώτρια που είχε φαίνεται καταλάβει, και θα έλεγα και εντυπωσιακή! Μάλλον θα του αρέσουν! Εσείς πώς αισθάνεστε;
- Σαν να μην είμαι εγώ!
- Τότε περιμένετε να τελειώσω και μετά μου λέτε….
Η κομμώτρια ξαναπήρε τα ψαλίδια της και έκοψε κι άλλα μαλλιά. Μετά της πέρασε κάτι μου έμοιαζε με ζελέ και στο τέλος φώναξε την βοηθό για να ισιώσει με το πιστολάκι τα μαλλιά της κυρίας που κοίταζε παραξενεμένη το είδωλό της στον καθρέφτη.
Μόλις η βοηθός ξεκίνησε την δουλειά της, ξεκίνησε και η κυρία να μιλάει τόσο πολύ και τόσο γρήγορα, που η πολυθρόνα αναρωτήθηκε αν υπήρχεπαυσίπονο για μια πολυθρόνα που μπορεί να μην είχε κεφάλι, σίγουρα όμως είχε αποκτήσει πονοκέφαλο….
Όλη την ζωή της εξήγησε η κυρία και
η πολυθρόνα έμαθε για τον άντρα της που μάλλον την απατούσε με την γραμματέα του, ίσως και με την άλλη που είχε στη ρεσεψιόν, ενώ οι υποψίες της στρέφονταν και κατά της γυναίκας του συνεταίρου του….Και ενώ το θέμα έμοιαζε ανεξάντλητο, σειρά είχε ο γιος της που μεγάλωνε και που
δεν διάβαζε, ενώ οι κοπέλες έκαναν παρέλαση στο σπίτι τους και που ήθελε να πάρει μηχανή και εκείνη φοβόταν ενώ δεν τον άφηνε να κάνει εκείνο το αποτρόπαιο τατουάζ στην πλάτη του και κείνος της φώναζε ότι τον καταπίεζε και η κυρία θυμήθηκε τα δικά της νεανικά χρόνια και άρχισε τις συγκρίσεις….
Έπειτα είχε πρόβλημα και με την κόρη της που πήγε και τρύπησε την μύτη της και κόντεψε να πάθει έμφραγμα νέα γυναίκα όταν την είδε και της απαγόρεψε να τρυπήσει και το φρύδι και η μικρή έβαλε τα κλάματα και σταμάτησε να τρώει και μετά της το επέτρεψαν γιατί όσο να
πεις λιγότερη ζημιά κάνει ένα τρυπημένο φρύδι από μια εξάντληση λόγω αφαγίας…..Βέβαια τα προβλήματα της κυρίας δεν σταμάτησαν εκεί, επεκτάθηκαν και στην πεθερά της, που ποτέ δεν την χώνεψε από την πρώτη μέρα που ο γιος της την είχε πάει για να γνωριστούν νύφη και πεθερά
και από τότε άρχισε να μυρίζει αυτή η κολόνια που κρατούσε χρόνια. Δεν έχανε ευκαιρία η πεθερά να προσβάλλει την νύφη και ο γιος….σιγά να
μην βγάλει γλώσσα στην μανούλα το μαμμόθρεφτο, αυτός μόνο να κάνει τα δικά του ήξερε να κάνει και ….ξανά από την αρχή ο σύζυγος σε νέες περιπέτειες απιστίας…
Τώρα η πολυθρόνα έστρεψε την προσοχή της στην κοπέλα με το πιστολάκι στα χέρια….Στο πρόσωπο ήταν μόνιμα εγκατεστημένο ένα ύφος γεμάτοκατανόηση. Σε τακτά διαστήματα, το κεφάλι κουνιόταν καταφατικά σ’ ένδειξη κατανόησης. Σε τακτά διαστήματα επίσης, έλεγε την φράση:
« Τι μου λέτε; Σοβαρά;».
Η πολυθρόνα θα μπορούσε να στοιχηματίσει και το τελευταίο της καρφάκι, ότι λέξη δεν είχε ακούσει από την πολυλογία της κυρίας και δεν τηναδικούσε. Τα χέρια της δούλευαν γρήγορα και σίγουρα, η κάθε τούφα έμπαινε στη θέση της, αλλά το μυαλό ήταν ελεύθερο να τρέξει, έστω κι αν η
ίδια, ήταν αναγκασμένη να μένει εκεί, όρθια, με τα πόδια της να την πονούν, ενώ μπροστά της, είχε σίγουρα τουλάχιστον άλλες τέσσερις ώρεςορθοστασίας και αναρωτιόταν πώς θα κατάφερνε να τις αντέξει…..
Εκείνη δεν είχε να σκεφτεί το τατουάζ του γιου της ή το πίρσινγκ της κόρης της, ούτε βέβαια αν ο άντρας της τα είχε με την γραμματέα του….
Είχε πιο απλά προβλήματα, αλλά ίσως ανυπέρβλητα….Η μεγάλη χρειαζόταν ιδιαίτερα στα μαθηματικά, αλλά τα λεφτά δεν έφταναν…Η μικρή είχε κλίση στον χορό, αλλά πάλι τα λεφτά ήταν εμπόδιο….Ο άντρας της δούλευε σαν το σκυλί σε μια εταιρεία και τα βράδια σ’ ένα σουβλατζίδικο για να τα φέρουν βόλτα, αλλά όλα ακρίβαιναν και είχαν και κείνο το δάνειο για το σπίτι που τους είχε φέρει το μαχαίρι στο λαιμό…..
Ευγνωμονούσε τον Θεό που είχε βρεθεί στο δρόμο της η κομμώτρια. Την πήρε στην δουλειά της και ας είχε βγάλει μια σχολή κομμωτικής πριν από χρόνια και δεν θυμόταν τίποτα πια. Την πλήρωνε και με το παραπάνω, της μάθαινε όσα ήξερε και δεν της έκλεβε τα φιλοδωρήματα όπως έκαναν άλλες….
Η κυρία έμεινε επιτέλους ευχαριστημένη που από μελαχρινή είχε μετατραπεί σε ξανθιά και ήταν σίγουρη ότι αυτή η αλλαγή θα ήταν το όπλο της για να υπερνικήσει την νεαρή γραμματέα….Φόρεσε το ακριβό της δερμάτινο, πλήρωσε στο ταμείο και έφυγε αφήνοντας ένα μηδαμινό φιλοδώρημα στην
βοηθό που το έβαλε χαμογελώντας ειρωνικά στην τσέπη της…Από τέτοιες «κυρίες» είχε χορτάσει….Πλήρωναν περιουσίες για τις γόβες τους και για τα ρούχα τους, αλλά αυτά φαίνονταν…..Την άλλη μέρα θα διατυμπάνιζαν πόσο ακριβό ήταν το κομμωτήριο τους, αλλά ήταν το καλύτερο το δικό τους και μόνο το δικό τους! Το ότι ταυτόχρονα έκαναν και ψυχανάλυση, απέφευγαν να το αναφέρουν…..Οδηγούσαν πανάκριβο αυτοκίνητο 4Χ4 και ας έμεναν στο κέντρο της Αθήνας, αλλά κι αυτό ήταν περιφερόμενη επίδειξη…..Το φιλοδώρημα όμως, ήταν περιττό έξοδο, αφού κανείς δεν θα μάθαινεγι αυτό….Η βοηθός αναρωτήθηκε πόσες κυρίες θα «έκαιγε» αν άνοιγε ποτέ το στόμα της…..
Η πολυθρόνα έμεινε για λίγο άδεια, αλλά σαφώς σοφότερη…..
Απο τη Λένα Μαντά
Συνεχίζεται...
Ανυπομονώ για τη συνέχεια!!!!!!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΓεια σου φίλη Τάνια!!!!!!!